Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Ποίηση
Εικόνα
…καὶ διαλαθὼν ὑπεχώρησεν 31 Ιουλίου 2015 από  Τσαλουχίδης Παντελής   Μια από τις  εμμονές τις οποίες αρνούμαι να αποβάλω,  είναι και η αδυναμία μου να συμπαθήσω τον υπερρεαλισμό στη λογοτεχνία (ενώ ισχύει σε μεγάλο βαθμό το αντίθετο στη ζωγραφική). Από την πρώτη της εφηβείας μου επαφή με τους υπερρεαλιστές (ήταν νομίζω η «Κοιλάδα με τους ροδώνες»)  έως και σήμερα, ουδέποτε κατάφερα να συμφιλιωθώ πλήρως με τους επιγόνους του Μπρετόν, Έλληνες και μη. Έχοντας τότε ως πρότυπο τον σεφερικό μοντερνισμό, έβλεπα τον υπερρεαλισμό ως περισσότερο ως ποίηση-φάρσα που ευνοεί την προχειρότητα, την παραδοξολογία και την ευκολία υπό το πρόσχημα της άρνησης κάθε λογικής νοηματικής ακολουθίας.    Δυστυχώς, πέρα από τον υπερρεαλισμό στη λογοτεχνία (που η ανάγνωσή της είναι τελικά ελεύθερη επιλογή του αναγνώστη), υπάρχει και ο αναπόφευκτος και αναπόδραστος υπερρεαλισμός της καθημερινής μας πολιτικής πραγματικότητας. Μέσα σε ένα εξάμηνο η επί μακρόν α
                                 Ο ΓΕΡΟΣ ΙΤΑΛΟΣ (Αφιερωμένο σε εκείνον τον μοναχικό γέρο που βρέθηκε άξαφνα μπροστά μου στα στενά της Ρώμης) Με’ να καπέλο πράσινο ψηλό γεμάτο λάσπη, Με ένα βιολετί παλτό μακρύ μισοσχισμένο, Σαν να μην είχε προορισμό , στο μαύρο μονοπάτι, Τον ξαναείδα μόνο του σε μια γωνιά κρυμμένο. Εμαραμένο   έναν ανθό είχε ψηλά στο πέτο, Ήτανε χρόνια μόνος του και χρόνια ξεχασμένος, Είχε ένα σκύλο συντροφιά, για όπλο ένα στιλέτο, Αιώνιος περπατητής μα και καταραμένος. Καταραμένος να πονά και μόνος να γεράζει Πάντα σε πόλεις άγνωστες να βρίσκεται σαν ξένος, Συνέχεια κάτι να ζητά, κάτι να τον τρομάζει Και στην απάτη του βαθιά να’ ναι φυλακισμένος. Κλαίει ουρλιάζει σιωπηλά για όλα μετανιώνει, Βιάζεται, τρέχει, προσπερνά, μα ξέρει έχει αργήσει, Μια πληγή απ’ τα παλιά τη σκίζει την ματώνει, Χωρίς αγάπη δέχεται πως δεν μπορεί να ζήσει. Πίσω απ’ τα στρογγυλά γυαλιά, το βλέμμα του υψώνει Ντυμένος χρώματα παλιά, στα χέρια